Με οδηγό τη γνωστή διατύπωση −και το φιλοσοφικό αστείο− του Ηρακλείτου ‘δὶς ἐς τὸν αὐτὸν ποταμὸν οὐκ ἂν ἐμβαίης’, η εργασία αυτή επιχειρεί να εξετάσει τις νοητικές μετακινήσεις και τις αλλαγές που σχετίζονται με την κατανόηση των λεγόμενων Μινωιτών της Εποχής του Χαλκού, και με τις ερμηνείες που άπτονται του πολιτισμού τους, από τους πρωτοπόρους Μίνωα Καλοκαιρινό και Arthur Evans έως σήμερα. Υπογραμμίζοντας ότι οι πραγματικές ρίζες της επιστήμης μας βρίσκονται στη μελέτη της καθημερινότητας των ανθρώπων του παρελθόντος.
Δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Αφού, τα μοναδικά τεκμήρια που διαθέτει η κρητική αρχαιολογία αφορούν τον υλικό πολιτισμό των αρχαίων κατοίκων του νησιού αυτού − όσο και αν σήμερα φαίνεται ότι συχνά το ξεχνάμε όταν τους φορτώνουμε με σύγχρονες αφηρημένες ερμηνείες των δικών τους δράσεων σε βαθμό που να μην διακρίνουμε την πραγματική ουσία της ζωής τους. Καλύπτουμε, συγχρόνως, με βαρύγδουπες και περισπούδαστες λέξεις ή/και νέες εξαντλητικές αναλυτικές μεθόδους τη βαθιά αλήθεια ότι ουσιαστικά δεν γνωρίζουμε παρά ελάχιστα για τις κοινωνικές, πολιτικές, θρησκευτικές, ψυχολογικές και εντέλει προσωπικές τους συνάφειες. Με αποτέλεσμα, οι «σημαντικοί» ισχυρισμοί μας να αποκαλύπτουν κάθε φορά περισσότερα για εμάς τους ίδιους παρά για εκείνους.
Σε ένα τέτοιο επιστημολογικό πλαίσιο, εξαιρετικά βοηθητική παραμένει η εθνοαρχαιολογική προσέγγιση. Από τον Στέφανο Ξανθουδίδη έως σήμερα, η προσέγγιση αυτή μας υπενθυμίζει, με σεμνότητα, τα περιβόλια, τα βοσκοτόπια στις μαδάρες, τη θάλασσα, τα άφθονα μονοπάτια και τα άλλα πλεονεκτήματα της Κρήτης που θα αποτέλεσαν τον πυρήνα και μαζί το σταθερό σκηνικό βάθος της θαυμάσιας άνθησης του Μινωικού πολιτισμού.
[Κρητικά Χρονικά, τ. ΛΖ' (2017), Ηράκλειο, Εταιρία Κρητικών Ιστορικών Μελετών, σσ. 23-34]